Η ποίηση των ταινιών του Τζον Γουότερς είναι μια δύσκολη ποίηση. Συχνά η ομορφιά περπατά χέρι χέρι με την κακογουστιά. Ή για την ακρίβεια η συνειδητή κακογουστιά αποτελεί ακριβώς την ομορφιά των ταινιών.
Η υπερβολή μεταμορφώνεται σε κιτς, ο αποκλεισμός σε καρναβαλικό ψόγο απέναντι στην κοινωνία. Εδώ δεν θα βρεις το καδράρισμα, την πλοκή ή τους χαρακτήρες που θα σε κάνουν να αναφωνήσεις γεμάτος κινηματογραφόφιλη τέρψη. Το άσχημο εδώ είναι προτέρημα, το περιθώριο (ή πιο σωστά αυτό που η κοινωνία ορίζει ως περιθώριο) εδώ είναι κέντρο και πυρήνας. Με τρόπο περήφανο και επιθετικό σκουπίδια και διαμάντια ταυτίζονται.
Μέσα από τις underground ταινίες της πρώτης περιόδου του τη δεκαετία του ‘70, ο Τζον Γουότερς αναμετρήθηκε με τα ηθικά, σεξουαλικά και αισθητικά όρια μιας κοινωνίας και μιας εποχής.
Και βλέποντας κανείς σήμερα ξανά το Pink Flamingos, την εμβληματικότερη ίσως ταινία του, καταλαβαίνει πως παραμένει εξίσου προσβλητική και σήμερα. Αυτό το συνειδητό παιχνίδι (φτύσιμο θα έλεγαν κάποιοι) με το όριο και τα ταμπού είναι φυσικά απολύτως νόμιμο στο καλλιτεχνικό πεδίο. Μοιάζει με μετεξέλιξη της πράσινης περούκας που φορούσε ο Μποντλέρ για να ξεχυθεί στους δρόμους του Παρισιού και να τρομοκρατήσει τους αστούς, ή με αποδοχή της κληρονομιάς των ντανταϊστών.
Τη δεκαετία του ’80 οι ταινίες του Γουότερς μαλάκωσαν. Ξεκινώντας από το Polyester (1981), ο Γουότερς έκανε μια σειρά από ταινίες προς ένα ευρύτερο ακροατήριο, συντηρώντας παρ’ όλα αυτά τον δημιουργικό του πυρήνα. Εδώ η επίθεση γίνεται ειρωνεία, η ασχήμια σχόλιο και η κοινοτοπία του αστικού περιβάλλοντος πρώτη ύλη. Πάντοτε όμως με την ίδια σουρεαλιστική εφευρετικότητα και την καταγγελτική σάτιρα. Και πάντα με ηθοποιούς από την ομάδα που στελεχώνει την κάθε του ταινία, τους Dreamlanders. Ανάμεσά τους η μούσα του Γουότερς, η drag queen Divine. Το 1988 ο Γουότερς σκηνοθετεί τη γνωστότερη και πιο προσβάσιμη ίσως ταινία του, το Hairspray. Η ταινία θα οριστεί ως cult ορόσημο, στη συνέχεια θα γίνει πετυχημένο musical στο Μπρόντγουεϊ και θα γυριστεί σε ριμέικ με τον Τζον Τραβόλτα στον ρόλο που ενσάρκωνε η Divine. Το μιούζικαλ θα ανέβει την ερχόμενη σεζόν στο θέατρο «Ακροπόλ», σε σκηνοθεσία Θέμιδας Μαρσέλλου. Και τον ρόλο που ενσάρκωσε η Divine θα ενσαρκώσει εδώ ο Μάρκος Σεφερλής (παύση), (σιωπή), (παύση).
Το γεγονός πως ένας ηθοποιός-κειμενογράφος που στις παραστάσεις του ο ρατσισμός, η ομοφοβία και ο σεξισμός καταλαμβάνουν μεγαλύτερο μέρος και από τα σαχλά αστεία του θα ενσαρκώσει τον συγκεκριμένο ρόλο είναι προσβλητικό τόσο για την ελληνική LGBTQI+ κοινότητα όσο και για οποιονδήποτε αγαπάει τον κινηματογράφο. Δεν είναι πως ο Σεφερλής δεν ταιριάζει στον συγκεκριμένο ρόλο. Είναι πως ενσαρκώνει και αντιπροσωπεύει ακριβώς το αντίθετο από τον κόσμο του Γουότερς και της Divine.
Η ομοφυλοφιλία, η σεξουαλική ελευθερία και η αποδοχή της ταυτότητας στις ταινίες του Γουότερς είναι γιορτή και περηφάνια. Στον Σεφερλή είναι καταπίεση και διασυρμός. Η σάτιρα και το χιούμορ στις ταινίες του Γουότερς αποτελούν ευθεία επίθεση και πρόκληση απέναντι σε μια υπερσυντηρητική κοινωνία που μασάει εικόνες μακάρια ξορκίζοντας την ανία της. Στις παραστάσεις του Σεφερλή ο ψόγος υπάρχει πάντοτε απέναντι στο αδύναμο, απέναντι στον Αλλο και αποτελεί καθησύχαση της κανονικότητας και απενοχοποίηση των πιο ταπεινών ενστίκτων. Ο μαύρος εμφανίζεται με φούμο, ο γκέι ως φτερού και η γυναίκα ως έμψυχη θήκη πέους. Για να είμαι πιο ακριβής: ο Σεφερλής δεν είναι το αντίθετο, είναι το αντίπαλο.
Θα μπορούσε να πει κάποιος πως δεν υπάρχει στην Ελλάδα τού σήμερα πιο κιτς παράδειγμα από τον Μάρκο Σεφερλή και υπό αυτή την έννοια θα ταίριαζε στην παράσταση. Αυτό ισχύει, αλλά το κιτς του Τζον Γουότερς έχει καταγωγή και αιτία προς ακριβώς την αντίθετη κατεύθυνση. Οπως το κιτς του Αλμοδόβαρ ξεπήδησε ως σχόλιο και ως κώδικας μέσα από το τέλος της Ισπανίας του Φράνκο, έτσι και το αντίστοιχο παράδειγμα του Γουότερς ξεπήδησε ενάντια στον σκοταδισμό των προνομιούχων προαστίων της αμερικανικής μεταπολεμικής επαρχίας. Το κιτς του Σεφερλή είναι τα σκοτεινά προάστια και είναι η Ισπανία του Φράνκο.
Σε ένα παρόν που πολιορκείται από μια πολλαπλή άνοδο της μισαλλοδοξίας, του ρατσισμού και του ναζισμού, κάθε θέμα γύρω από τις ταυτότητες και τα δικαιώματα είναι πολιτικό και μας αφορά όλους.
Γιατί στην Ελλάδα τού σήμερα οι ταινίες του Τζον Γουότερς ξεψυχούν δαρμένες στα πεζοδρόμια της Ομόνοιας, ενώ ο κόσμος γύρω κοιτά ασυγκίνητος.
Πηγή: http://tsalapatis.blogspot.com/
Κατηγορίες: Xρονολογική σειρά, Ενημέρωση, Κοινωνικά
Μην παραλείψετε να διαβάσετε:
Αναδημοσιεύουμε παρακάτω το άρθρο του Κώστα Τσουκαλά που αναφέρεται στις διαπραγματεύσεις και στα μηδαμινά…
Αναδημοσιεύουμε παρακάτω την ανακοίνωση του ΣΕΤΑΠ πουα αφορά την καταβολή των αναδρομικών απο τον ΕΦΚΑ.…
Είθισται όταν γίνεται μια απεργία και μάλιστα επιτυχημένη, την επόμενη ή τις επόμενες μέρες…
Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε χθες η τετράωρη προειδοποιητική στάση εργασίας στην Αχαΐα, ενάντια στα σχέδια…
Το τελευταίο διάστημα έχουν ενταθεί οι μετακινήσεις συναδέλφων σε όλη την Ελλάδα από και προς…